Προβλήματα Προφορικού και
Γραπτού Λόγου
Τις αιτίες των προβλημάτων του
λόγου τις χωρίζουμε σε δύο κατηγορίες:
Σε
οργανικές αιτίες και σε ψυχικές αιτίες που μπορεί να είναι ενδογενείς ή
εξωγενείς. Μια διαταραχή του λόγου μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε: α) Οργανική,
όταν οφείλεται σε ατέλειες ή ανατομικές αλλοιώσεις των ειδικών κέντρων του
εγκεφάλου και των κεντρικών οδών και πυρήνων (κεντρικές οργανικές διαταραχές)
από κακώσεις κ.λ.π. ή σε βλάβες και ατέλειες των αισθητήριων οργάνων και τέλος,
σε νόσους παραμορφώσεως και παραλύσεως των οργάνων εκφοράς του λόγου
(περιφερειακές οργανικές διαταραχές).
β)
Ψυχογενή, όπου πρόκειται για αμυντική ανώμαλη αντίδραση σε ασυνήθιστα ψυχικά
ερεθίσματα μέσα και έξω από τον άνθρωπο. Η αντίδραση αυτή είναι μόνο
λειτουργική διαταραχή δηλαδή διαταράσσονται οι ψυχοπνευματικές λειτουργίες και
οι λειτουργίες των οργάνων, ενώ οι φυσιολογικές βάσεις και τα ίδια όργανα στην
εσωτερική τους δομή δεν παρουσιάζουν καμιά αλλοίωση (εγκυκλοπαίδεια
Πάπυρος τ. 39ος)
Ο όρος γλωσσικό πρόβλημα είναι ευρύς
και εμπεριέχει τόσο τις γλωσσικές δυσλειτουργίες όσο και τις γλωσσικές
διαταραχές.
Με
τον όρο γλωσσική δυσλειτουργία εννοούμε τη συγκεκριμένη γλωσσική κατάσταση ενός
ατόμου, με συγκεκριμένη, κατά κύριο λόγο οργανική, με αντίστοιχη επίδραση επί
των ψυχοδιανοητικών λειτουργιών, που έχει σαν αποτέλεσμα να επιβραδύνεται
σημαντικά η όλη ψυχοδιανοητική και μαθησιακή εξέλιξη του ατόμου. Είναι όμως
δυνατόν, αφού εντοπίσουμε το αίτιο να βελτιώσουμε τη γλωσσική κατάσταση.
Με
τον όρο γλωσσική διαταραχή εννοούμε τη μερική, λιγότερο βαριά και περιορισμένης
χρονικής διάρκειας γλωσσική κατάσταση ενός ατόμου με ελαφρές επιδράσεις στη
ψυχοδιανοητική και κοινωνική εξέλιξη του, που μπορεί να εξαλειφθεί με
κατάλληλους παιδοψυχολογικούς χειρισμούς. Αντίθετα, μπορεί να μετεξελιχθεί σε
γενικευμένη γλωσσική διαταραχή, εάν δεν ληφθούν έγκαιρα τα κατάλληλα
ψυχοπαιδαγωγικά μέτρα και μέσα.( Γεώργιος Δ. Δράκος 1999.)
Κάθε
προβληματική άρθρωση, δυσχεραίνει τον προφορικό λόγο, τη λαλιά και ως εκ τούτου
αποδίδεται με τον όρο δυσλαλία. Εμφανίζεται ως ανικανότητα του παιδιού να
προφέρει σωστά τους ήχους και τους φθόγγους της μητρικής γλώσσας, που οφείλεται
σε ελαττώματα των οργάνων της ομιλίας. Φθόγγοι ή ομάδες φθόγγων παραλείπονται,
αντικαθίστανται, προφέρονται λανθασμένα. Χαρακτηρίζεται ως καθολική, μέση ή
πολλαπλή μερική. Διακρίνονται σε οργανικές ή λειτουργικές.
Ψευδισμός:
Συχνή διαταραχή με τέλεια έλλειψη
ενός φθόγγου, χαρακτηρίζεται ως σιγματισμός (για το σ), ρωτακισμός ( για το ρ),
λαμδακισμός (για το λ) κ.λ,π.
Δυσγραμματισμός:
Περιορισμένη ικανότητα ατόμου στη
σωστή χρήση συντακτικών, γραμματικών και μορφολογικών κανόνων.
Περιορισμένο
λεξιλόγιο: Το λεξιλόγιο είναι πολύ
φτωχό και εμφανίζεται μεμονωμένα, αλλά συνήθως σε συνδυασμό με δυσλαλία και
δυσγραμματισμό.
Καθυστερημένη
ττρογλοοσσική και καθυστέρηση έναρξης γλωσσικής ανάπτυξης: Το παιδί κλαίει και ψελλίζει ελάχιστα και η εμφάνιση της προγλωσσικής και γλωσσικής
ανάπτυξης καθυστερεί.
Περιορισμένη
κατανόηση του λόγου- Διαταραχή στην
κατανόηση του λόγου: Δεν κατανοεί τη
σημασία των λέξεων και των προτάσεων, παρότι η ακοή είναι φυσιολογική.
Καθυστέρηση
της γλωσσικής ανάπτυξης: Η γλωσσική ανάπτυξη εμφανίζει καθυστέρηση σ' όλους τους τομείς.
Διαταραχή
της γλωσσικής ανάπτυξης: Διαταραχή
της γλωσσικής ανάπτυξης έχουμε όταν εμφανίζονται
ταυτόχρονα οι παρακάτω διαταραχές: δυσλαλία, δυσγραμματισμός, περιορισμένο
λεξιλόγιο, διαταραχή στην κατανόηση του λόγου.
Αλαλία:
Καθυστερημένη ανάπτυξη του λόγου,
όπου δεν κατέχει καμία ή ελάχιστες μόνο λέξεις.
Τραυλισμός:
θεωρείται δυσλειτουργία της ροής της
ομιλίας και εκδηλώνεται με ασυντόνιστες κινήσεις του μυϊκού συστήματος της
αναπνοής, της φωνής και της άρθρωσης. Συμβαίνει στην αρχή ή στο μέσο της
ομιλίας, με επαναλήψεις μεμονωμένων φθόγγων, συλλαβών, λέξεων ή με ένα επίμονο
κόμπιασμα σε ένα φθόγγο
Ταχυλαλία:
Διαταραχή της ροής κατά την εκφορά
του λόγου που χαρακτηρίζεται από βιαστική, μη καθαρή, ασαφή προφορά και
ακανόνιστο ρυθμό ομιλία .
Μωρουδίστικη
γλώσσα: Τα παιδιά συνεχίζουν να
μιλούν μωρουδίστικα ή παλινδρομούν σε νηπιακούς τρόπους ομιλίας.
Ιδιόρρυθμος
λόγος: Το παιδί μιλά με λέξεις που
έχει δημιουργήσει το ίδιο και οι οποίες είναι ακατανόητες για τους μη οικείους.
Γλωσσικός
αρνητισμός: Σημαίνει άρνηση για
ομιλία, είναι γλωσσική δυσλειτουργία με ψυχογενή προέλευση. Στο γλωσσικό
αρνητισμό, ενώ το άτομο έχει ήδη κατακτημένη την ομιλία και δεν αντιμετωπίζει
κανένα πρόβλημα από οργανικές αιτίες και δυσλειτουργίες δεν χρησιμοποιεί την
ομιλία. Η άρνηση του λόγου μπορεί να είναι καθολική ή επιλεκτική.
Ακουστική
αλαλία: Ενώ δεν υπάρχει πρόβλημα,
ούτε στην ακοή ούτε, στην άρθρωση , ούτε έχει εντοπιστεί εγκεφαλική βλάβη και
διαθέτει μέση νοημοσύνη έχουμε πλήρη απουσία ομιλίας.
Ακουστική
αγνωσία: Έχει φυσιολογική ακοή, αλλά
δεν μπορεί να επεξεργαστεί τους ήχους , δηλαδή δεν μπορεί να τους κατανοήσει
και να τους αναγνωρίσει
Αεκτική
απραξία: Υπάρχει αδυναμία για άρθρωση
και προφορά φθόγγων. Δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει κατάλληλα και να
εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες που του παρέχει ο μηχανισμός των φωνητικών
οργάνων στην παραγωγή της ομιλίας.
Αφασία:
Είναι κεντρική διαταραχή του λόγου
που οφείλεται σε εγκεφαλική βλάβη. Χάνεται μερικά ή ολικά ο λόγος που ήδη
υπάρχει, που είναι ήδη σχηματισμένος.
Δυσγλωσσίες:
Χαρακτηρίζονται οι διαταραχές στην
άρθρωση. Τα άτομα με δυσγλωσσία έχουν δυσνόητο προφορικό λόγο και ομιλία, η
οποία δεν ακούγεται ευχάριστα . Οφείλεται συχνά σε οργανικές παθήσεις των
περιφερειακών οργάνων και χαρακτηρίζεται ως: χειλική, οδοντική, γλωσσική,
ρινική.
Ρινολαλία:
Ομιλία με ρινική χροιά. Διακρίνεται
σε ανοικτή και κλειστή ρινολαλία.
Δυσφωνία:
Η χροιά ,η ένταση και το ύψος της
φωνής αλλάζουν. Η φωνή ακούγεται διακοπτόμενη ή βραχνή που να καταλήξει σε
αφωνία.
Γραπτός Λόγος
Η
γραφή, στην πιο στενή της έννοια, είναι η μετατροπή της ηχητικής (ακουστική)
και γλωσσοκινητικής (στοματικής) εικόνας της λέξης σε γραφική εικόνα. Η γραφή
είναι μια δεξιότητα που δίνει ορατά γραφικά σύμβολα διαρκή έκφραση και σκέψη. Η
γραφή προϋποθέτει την ύπαρξη προφορικού λόγου. Η φτώχεια στη σκέψη, στη γλώσσα,
η αδυναμία σύλληψης και παράστασης των μορφών των γραφι8κών συμβόλων, η εύκολη
κούραση, η βουλητική αδυναμία, η κινητική καθυστέρηση, η έλλειψη προσοχής και
συγκέντρωσης κάνουν την εκμάθηση της γραφής προβληματική αν όχι αδύνατη.
Οι διαταραχές στη γραφή και την
ανάγνωση εμφανίζονται:
• Ως
ανικανότητα κατάκτησης αυτής της τεχνικής
• Ως
δύσκολη και ελαττωματική εκμάθηση
• Ως
απώλεια, μερική ή ολική της αποκτημένης πια ς δεξιότητας
Αλεξία:
Παρουσιάζεται ως ολική αδυναμία του
παιδιού να αποκτήσει αναγνωστική δεξιότητα. Αυτό οφείλεται σε παθογενή αίτια,
νοητική καθυστέρηση, εγκεφαλικά τραύματα, βλάβες αισθητηρίων οργάνων κ.λ.π.
Δυσλεξία:
Είναι ειδική μαθησιακή αδυναμία που
εμφανίζεται στις πρώτες τάξεις του σχολείου στην ανάγνωση και την ορθή γραφή
και εκδηλώνεται με σημαντικό αριθμό παρατεταμένων λαθών τόσο στην ανάγνωση όσο
και στην ορθογραφία( Γεώργιος Δ. Δράκος.1999)
Αγραφία:
Η αδυναμία εκμάθησης της γραφής ή
απώλεια της αποκτημένης ικανότητας.
Αταξική γραφή
Είναι
επακόλουθο της αταξίας, της διαταραχής δηλαδή του κινητικού συντονισμού της
μυϊκής εργασίας. Οι άρρυθμες κινήσεις δημιουργούν μια γραφή με ανόμοια σε
μέγεθος γράμματα με αλλαγές στη θέση των γραμμάτων και στην κατεύθυνση των
γραμμάτων, μια δυσανάγνωστη γραφή.
Η
χορείο - αθετωσική γραφή είναι επακόλουθο της χορείας ή της αθετώσεως, λόγω της
διαταραχής του συντονισμού των εκούσιων κινήσεων. Μοιάζει με την αταξική γραφή.
Η
κατοπτρική (ανεστραμμένη) γραφή έχει τη βάση της όχι στην αντίληψη των μορφών,
αλλά στον προσανατολισμό των μορφών αυτών στο χώρο. Η κατοπτρική γραφή είναι
μια αναστροφή κυρίως του προσανατολισμού αριστερά -δεξιά σε δεξιά-αριστερά. Τα
γράμματα ένα- ένα παρουσιάζουν την πλάγια αναστροφή.
Τα προβλήματα της παραγωγής
γραπτού λόγου διακρίνονται προβλήματα :
1.
Γνωστικών - μεταγνωστικών δεξιοτήτων, που αντιμετωπίζει ο μαθητής ως
συγγραφέας. Σε αυτά περιλαμβάνονται προβλήματα στις γνωστικές και
μεταγνωστικές δεξιότητες: Οι
μαθητές δεν γνωρίζουν ποια στρατηγική να εφαρμόσουν, δεν έχουν επίγνωση των
δυνατοτήτων και των αδυναμιών τους.
Άλλοτε
υπερτιμούν τις δυνατότητες και άλλοτε μεγεθύνουν το πρόβλημα της, το οποίο
θεωρούν ανυπέρβλητο. Τέλος όταν γράφουν, δεν κάνουν σχέδια και δεν θέτουν
στόχους.
Προβλήματα
σχεδιασμού: Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν έχουν σχέση με τη γέννηση και την
οργάνωση των ιδεών και με το σκοπό για τον οποίο γράφουν.
Προβλήματα
βελτίωσης ιδεών: Αντιμετωπίζουν προβλήματα στη φάση της βελτίωσης, γιατί δεν
έχουν αναπτύξει τις κατάλληλες διαγνωστικές δεξιότητες για να αξιολογήσουν και
να αναδιαρθρώσουν το γραπτό τους. Αντιμετωπίζουν τη φάση της βελτίωσης όχι ως
διαδικασία που θα τους βοηθήσει να πετύχουν τους στόχους τους, αλλά ως
προσπάθεια να διορθώσουν τα ορθογραφικά και γραμματικά λάθη.
2.
Προβλήματα μηχανιστικών δεξιοτήτων: που αντιμετωπίζει ο μαθητής ως γραμματέας.
Σε αυτά περιλαμβάνονται:
Προβλήματα
γραφής με το χέρι. Ο μαθητής χρειάζεται να συντονίζει οπτικές, κινητικές,
γνωστικές και μεταγνωστικές δεξιότητες.
Στα
κείμενα τους υπάρχουν πολλές μη ολοκληρωμένες λέξεις, προσθήκες ή παραλήψεις
γραμμάτων σε λέξεις, αρκετές ανακολουθίες, διαφορετικός τρόπος γραφής, ανάμειξη
κεφαλαίων με πεζά γράμματα, ακανόνιστο μέγεθος γραμμάτων και γενικά
δυσανάγνωστη και προβληματική εικόνα γραπτού.
Προβλήματα
ορθογραφίας: (Δυσορθογραφία) Οι
μαθητές παρουσιάζουν σοβαρές ελλείψεις στη μορφολογική επίγνωση και συχνά
κάνουν θεματικά και καταληκτικά λάθη.
Προβλήματα
λεξιλογίου: Το πρόβλημα είναι ότι
παρόλο που γνωρίζουν το νόημα της λέξης δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σ' αυτήν .
Αντί της συγκεκριμένης λέξης, χρησιμοποιούν περιφραστικό λόγο. Παρουσιάζουν ελλιπείς
γνώσεις όσον αφορά το ρόλο των σύνθετων λέξεων και χρησιμοποιούν λιγότερες
συνθετικές λέξεις.
Προβλήματα
στίξης, σύνταξης, τονισμού και χρήσης πεζών—κεφαλαίων γραμμάτων. Οι μαθητές με δυσκολίες αντιμετωπίζουν προβλήματα στην
εσωτερίκευση και την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων στίξης. Χρησιμοποιούν
πολύ λιγότερο από τους συμμαθητές τους τα σημεία στίξης για να καθορίσουν τα
όρια και τα είδη των προτάσεων. Η σύνταξη θεωρείται ένα βασικό στοιχείο της
γραμματικής που αναπαριστά τη δομή της γλώσσας. Οι μαθητές με προβλήματα κάνουν
λανθασμένη χρήση ενικού και πληθυντικού και στους χρόνους των ρημάτων.
Δυσκολεύονται στη χρήση παθητικής σύνταξης, σπάνια περιλαμβάνουν ερωτηματικές
και αρνητικές προτάσεις και χρησιμοποιούν περισσότερο τον ευθύ από τον πλάγιο
λόγο. Η χρήση των κανόνων τονισμού αποτελεί ιδιαίτερο πρόβλημα για πολλά
παιδιά. Τα συνηθισμένα λάθη είναι η παράλειψη των ή ο λανθασμένος τονισμός. Ένα
πρόσθετο πρόβλημα είναι η χρήση κεφαλαίων γραμμάτων ανάμεσα στα πεζά και η μη
συμβατή χρήση κεφαλαίων γραμμάτων.
Πρόβλημα
δυσγραφίας: Οι δύσγαφοι μαθητές
δυσκολεύονται στην αυτόματη ανάκληση και εκτέλεση των διαδοχικών μυοκινητικών
κινήσεων που είναι αναγκαία για τη γραφή γραμμάτων και αριθμών . Ο Deuel(1995)
διακρίνει τη δυσγραφία στην ειδική και μη ειδική. Η ειδική δυσγραφία, είναι
αποτέλεσμα προβλημάτων ορθογραφίας, προβλημάτων λεπτής κινητικότητας, καθώς και
γλωσσικών δυσκολιών.
Η μη
ειδική δυγραφία, μπορεί να είναι αποτέλεσμα νοητικής στέρησης, συναισθηματικών
προβλημάτων, ελλιπούς φοίτησης στο σχολείο ή ακατάλληλης διδασκαλίας. Επίσης
χωρίζει σε τρεις κατηγορίες:
1.
Δυσλεκτική δυσγραφία: κείμενα
δυσανάγνωστα με πολλά ορθογραφικά λάθη χωρίς προβλήματα στην αντιγραφή, στο
κράτημα του μολυβιού και την ταχύτητα των κινήσεων σχεδιασμού του γράμματος.
2.
Δυσγραφία οφειλόμενη σε προβλήματα λεπτής κινητικότητας. Κείμενα δυσανάγνωστα χωρίς ορθογραφικά λάθη. Υπάρχουν
προβλήματα στην αντιγραφή, στο κράτημα του μολυβιού και στην ταχύτητα των
κινήσεων σχεδιασμού του γράμματος.
3.
Δυσγραφία οφειλόμενη σε προβλήματα χωρικής αντίληψης. Κείμενα δυσανάγνωστα με προβλήματα στην αντιγραφή,
χωρίς ορθογραφικά λάθη και με κανινική ταχύτητα γραφής (Σπαντιδάκης, 2004).